κονγκέρια

κονγκέρια
(Congeria). Γένος ελασματοβραγχίων (μαλάκια), των γλυκών ή υφάλμυρων νερών, που εμφανίστηκαν κατά το ηώκαινο. Οι κ. είναι διαδεδομένες ιδίως σε πετρώματα λιμναίας ή λιμνοθαλάσσιας φάσης, όπως, παραδείγματος χάριν, στις λιμνοθαλάσσιες αποθέσεις του ανώτερου μειόκαινου, τις οποίες και χαρακτηρίζουν.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”